28 Νοεμβρίου 2016

Τα μπλουζ του κοβαλτίου

'There is lots of dust, it is very easy to catch colds, and we hurt all over.'
 «Μαύρη Παρασκευή» χθες, για πρώτη φορά στην Ελλάδα –ντεμπούτο μιας οργιαστικής «γιορτής» υπερκατανάλωσης σε μια χρεοκοπημένη εδώ και χρόνια χώρα.

Ηρθε λοιπόν η ώρα να δούμε κι εμείς τι εστί Black Friday –τις ατέλειωτες ουρές, τα σπρωξίματα και τους καβγάδες για μια κατά τι φτηνότερη τηλεόραση ή ταμπλέτα, για ένα ζευγάρι «σινιέ» παπούτσια, ακόμη και για ένα κραγιόν, όπως έγινε χθες στη Σαλονίκη...

Και, όπως συμβαίνει χρόνια τώρα στο εξωτερικό, την τιμητική τους είχαν κι εδώ οι φορητές ηλεκτρονικές συσκευές, και ιδίως τα «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα -αυτά τα μοντέρνα «στάτους σίμπολ» των φτωχών, που έβαλαν το Ιντερνετ στην κωλότσεπη του κάθε πικραμένου, υποσχόμενα στους χρήστες τους απεριόριστη ελευθερία επικοινωνίας με τους διαδικτυακούς τους «φίλους», ενώ στην πραγματικότητα οδηγούν εκατομμύρια εξ αυτών σε νέες, όλο και πιο hi-tech μορφές αποξένωσης και μοναξιάς, όπου το περιτύλιγμα και η αυτοπροβολή έχουν από καιρό εκτοπίσει το ουσιαστικό περιεχόμενο και τις αληθινές διαπροσωπικές σχέσεις.

Κάτι ήξερε κι ο μακαρίτης ο Φρέντυ Γερμανός, που είχε πει λίγο πριν τον θάνατο του, πριν από είκοσι ολόκληρα χρόνια, ότι «ζούμε στη χώρα των κινητών τηλεφώνων και των ακίνητων εγκεφάλων»!

Ομως δεν θέλω να γράψω σήμερα για τις κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες της «επικοινωνιακής έκρηξης» των τελευταίων χρόνων, ούτε για τις στρατηγικές ακραίου μάρκετινγκ που εφαρμόζουν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, ώστε να πείθουν το πόπολο να αλλάζει κάθε χρόνο κινητό με γουάι-φάι, ενώ δεν έχει να φάει.

Αλλωστε δεν φταίνε τα τεχνολογικά εργαλεία, από το απλό πέτρινο μαχαίρι των πρωτόγονων προγόνων ώς τους δορυφόρους και τα πυρηνικά, αλλά ο τρόπος χρήσης τους από όλους εμάς: η τεχνολογία από μόνη της είναι συνήθως ουδέτερη, εμείς τη νοηματοδοτούμε ανάλογα με τις (συχνά εγκληματικές) εφαρμογές που εκάστοτε, ως ανθρωπότητα, προκρίνουμε.

Οχι, θέλω να πω μια άλλη ιστορία, πιο μαύρη –μια ιστορία που ελάχιστοι ξέρουν, αλλά όλοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο κουβαλάμε καθημερινά πάνω μας, σαν αόρατο λεκέ.

Βαθιά λοιπόν στα σωθικά της Αφρικής, στη μεγάλη, πάμπλουτη σε φυσικούς πόρους και πάμφτωχη σε χρήματα μετα-αποικιακή χωματερή ανθρώπων που λέγεται Κονγκό, εκεί που πριν από έναν αιώνα οι Βέλγοι ξεπάστρεψαν εκατομμύρια για να τους πάρουν το καουτσούκ και το φίλντισι, υπάρχει μια αχανής σαβάνα που λέγεται Καγουάμα και κρύβει κάτω από το κόκκινο χώμα της ένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα κοβαλτίου στον κόσμο.

Για την ακρίβεια, το 60% της παγκόσμιας παραγωγής εξορύσσεται στο Κονγκό.

Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, το συγκεκριμένο γαλάζιο μέταλλο δεν είχε πολύ μεγάλη ζήτηση: χρησιμοποιούνταν κυρίως στις βαφές –εξ ου και το περίφημο «μπλε του κοβαλτίου»- και μια σειρά από άλλες βιομηχανικές χρήσεις.

Ομως η ψηφιακή επανάσταση, και ιδιαίτερα η ανάγκη για όλο και λεπτότερες και ελαφρύτερες φορητές συσκευές για τις μάζες, τα άλλαξε όλα αυτά.

Το κοβάλτιο, βλέπετε, είναι απαραίτητη πρώτη ύλη για την κατασκευή των επαναφορτιζόμενων μπαταριών Li-Ion, ιόντων λιθίου, χωρίς τις οποίες καμιά από τις «έξυπνες» φορητές συσκευές μας δεν μπορεί να λειτουργήσει.

Κάθε κινητό τηλέφωνο κρύβει μέσα του 5-8 γραμμάρια καθαρού κοβαλτίου, κάθε φορητός υπολογιστής 20-30 γραμμάρια, ενώ οι μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων απαιτούν ώς και δέκα κιλά!

Πόσες χιλιάδες τόνοι πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο μόνον χθες;

Κανείς δεν ξέρει –αλλά η ζήτηση για το συγκεκριμένο μπλε μέταλλο έχει εκτοξευτεί στα ύψη, όπως και η τιμή του, που φτάνει πλέον τα 20-25.000 δολάρια ανά τόνο.

Κάθε πρωί, λοιπόν, στη μακρινή Καγουάμα, όπου ελάχιστοι άνθρωποι διαθέτουν κινητά, δεκάδες χιλιάδες φτωχοδιάβολοι (ανάμεσά τους και χιλιάδες ανήλικα παιδιά) ζαλώνονται αξίνες και φτυάρια και ξαμολιούνται για ένα ατέλειωτο «σαφάρι» κοβαλτίου.

Οι περισσότεροι δουλεύουν με μισθό 2-3 δολαρίων την ημέρα σε ανοιχτά ορυχεία ή ετοιμόρροπες στοές για κινεζικές εξορυκτικές εταιρείες–μεταπράτες, που τα τελευταία χρόνια έχουν διεισδύσει στην Αφρική χτυπώντας στα ίσια τους «παραδοσιακούς» Αμερικανούς και Ευρωπαίους αποικιοκράτες: έτσι κι αλλιώς, οι περισσότερες μπαταρίες λιθίου κατασκευάζονται στην Κίνα, σε γιγάντια τοξικά εργοστάσια που μολύνουν τα πάντα γύρω τους με γραφίτη, οξέα και άλλα δηλητήρια.

Υπάρχουν όμως και πολλοί «ανεξάρτητοι» μεταλλωρύχοι, «creuseurs» (σκαφτιάδες), που περνούν τις σύντομες (τα ατυχήματα είναι συνεχή, αλλά η συνεχής εισπνοή τοξικής σκόνης μακροπρόθεσμα σκοτώνει πολύ περισσότερους) ζωές τους μαζεύοντας με τα χέρια ψήγματα μεταλλεύματος, που μοιάζουν με κομμάτια μαύρης σοκολάτας.

Εχουν μάθει να εντοπίζουν τις υπόγειες φλέβες από ένα είδος αγριολούλουδου, το «fleur de cobalte», όπως το λένε, που αλλάζει χρώμα όταν οι ρίζες του συναντούν το ποθητό μέταλλο.

Συχνά δουλεύουν νύχτα σε περιφραγμένη από τις εταιρείες γη, όπου περιπολούν οπλισμένοι φρουροί και η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει σέντσι.

Αν είναι τυχεροί και το μετάλλευμα περιλαμβάνει 20% κοβάλτιο, ίσως πάρουν 8 δολάρια ανά κιλό από τους μεσάζοντες: όμως τα περισσότερα ευρήματα είναι φτωχά, έχουν μέσα μόνο 3-5%, και δεν πουλιούνται πάνω από 55 δολάρια ανά τόνο -ούτε μισό ευρώ το κιλό.

Αφού καθαριστεί από τις προσμείξεις και κάνει τον γύρο του κόσμου για να γίνει μπαταρία κάποιου γυαλιστερού καταναλωτικού μήλου της έριδος, αξίζει όπως είδαμε το βάρος του σε χρυσάφι.

Ποιος νοιάζεται πόσοι πέθαναν ή αρρώστησαν για κάθε τόνο μεταλλεύματος;

Σίγουρα όχι οι ορδές των ψηφιακών fashion-victims, που πλακώνονται για το καινούργιο κινητό της Apple ή της Samsung, επειδή έχει, όπως λένε, μεγαλύτερη μπαταρία...

Υπάρχουν πολλά Κονγκό σε αυτό τον κόσμο -κάποια είναι πιο κοντά μας απ’ ό,τι θα θέλαμε να παραδεχτούμε.

Κάποια, για την ακρίβεια, τα κουβαλάμε πάνω μας.
 
Γιώργος Τσιάρας απο efsyn

Whose Wealth?


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου